Μαρία Μπινίκου

Μαρία Μπινίκου


"You play with what scares you and you play with what you need"

Δευτέρα 28 Ιανουαρίου 2013

Μήδειες


«Η ιστορία της Μήδειας συνοδεύεται πάντα από τις περιπέτειες της αργοναυτικής εκστρατείας, το βαρβαρικό παρελθόν, τον ανεπιτυχή έρωτα, την εξορία, τις μαγικο-θρησκευτικές αρετές, την επιθυμία νοσούσα και κύρια τον ανόσιο φόνο της: την παιδοκτονία.(…)
            Έτσι πριν τον Ευριπίδη, ακόμα, αλλά και πολύ περισσότερο μετά από αυτόν, η Μήδεια δεν είναι ποτέ ίδια. Αλλάζει προσωπεία, γλώσσες, αποδόσεις, ιδιότητες και χαρακτηριστικά. Έτσι ώστε σήμερα πια να μιλάμε για «Μήδειες». Η Μήδεια και το δράμα της ερμηνεύεται, ζωγραφίζεται κατά καιρούς, ξεχνιέται κατά καιρούς και επιστρέφει, αναπλάθεται, σχολιάζεται, ξαναγράφεται, παίζεται συνεχώς και από διάφορες μορφές δραματουργίας, τέχνης και ρητορικής: λογοτεχνία, ποίηση, κινηματογράφο, γλυπτική, όπερα, ζωγραφική, θέατρο.»[1]
            Η μορφή της Μήδειας ξεπέρασε το μύθο. Ταξίδεψε στο χρόνο, συνδέθηκε με τις εποχές και τους τόπους που διέτρεξε η ιστορία της, συζητήθηκε, απασχόλησε, προβλημάτισε και ενέπνευσε. Μέσα από την καταδικαστέα πράξη της παιδοκτονίας αναδύονται οι πολλαπλές ηθικές και φιλοσοφικές διαστάσεις της αρετής και της εκδίκησης, του δίκαιου και του άδικου της ανθρώπινης δέσμευσης σ’ ένα σύστημα γραπτών και άγραφων νόμων και κανονισμών στα πλαίσια της ανθρώπινης συνύπαρξης. Η πράξη της, μας συγκλονίζει πολυεπίπεδα, τόσο όσο ίσως και το μέγεθος της  υπερμεγέθους παρουσίας της στο χωρο-χρόνο.
              Η Μήδεια στον Ευριπίδη δεν συγχωρεί και εκδικείται με μένος απάνθρωπο την ίδια τη φύση της. Είναι η μάνα που διαρρηγνύει το μητρικό δεσμό και στρέφει το μαχαίρι στο εσωτερικό της σάρκας της, στον καρπό του έρωτα, στο παράγωγο του πάθους της προς τον Ιάσονα. Παραληρεί σε έκσταση εκδικητική και αλλάζει την ανθρώπινη υπόσταση για μια παρουσία απόκοσμη, σατανική σχεδόν που όμως παράδοξα γοητεύει το κοινό και το παρασύρει να την δικαιολογήσει για τα έργα της.
               Το πρόσωπο της ηρωίδας υπερ-μεγεθύνεται πέρα πολύ από το ανθρώπινα δεδομένα μέσω των μαγικών ιδιοτήτων που της αποδίδει ο ίδιος ο μύθος και κατ’ επέκταση ο Ευριπίδης και στη συνέχεια με τους χαρακτηρισμούς της ως «σοφή» για την έμφαση στο υψηλό πνευματικό επίπεδο  (285:«σοφή πέφυκας», 294-5: «χρη δε…σοφούς», 677: «μάλιστ’, επεί τοι και σοφης δειται φρενός») ή «λιονταρίνα» για την έκφραση της δεινής σκληρότητας του χαρακτήρα της (1406-7: «οιά τε πάσχομεν εκ της μυσαρας /και παιδοφόνου τησδε λεαίνης;»).
             Παραστάτης και οδηγός της, ο έρωτας. Είναι ο υποκινητής της καταστροφής και ο ηθικός αυτουργός των εγκλημάτων της. Πρόκειται για έναν έρωτα πολυδιάστατο που καταλύει τον εσωτερικό κόσμο της και την εξουθενώνει ηθικά. Έρωτας προς το αντικείμενο Ιάσων αλλά και προς το εσωτερικό ναρκισσιστικό υποκείμενο Μήδεια (ο ερώμενος εαυτός). «(…)Το δράμα της Μήδειας παίζεται, από την αρχή του μέχρι το τέλος του, με μια ακαμψία απόλυτα ερωτική δηλαδή ισχυρά και ατέρμονα κλειστή: η Μήδεια θα οδηγήσει την ερωτική ιστορία της προς ένα τέρμα, όχι για να την τελειώσει αλλά για να την αποθεώσει (και να την εναποθέσει, να την ασφαλίσει) μέσα σε μια τρομακτική, βάρβαρη ένωση. Γιατί ο σκοπός του έρωτα είναι η οπωσδήποτε ένωση και η βαρβαρότητα του η οποιαδήποτε πράξη για να την κατορθώσει[2]
              Η Μήδεια είναι ο μύθος αλλά και η ζωή. Είναι η ιστορία αλλά και τα πρόσωπα. Σχηματίζει το αρχέτυπο της μητροκτόνου αλλά και του θύματος μιας ανήθικης προδοσίας που αναιρεί τους θεσπισμένους όρκους. Όπως κι αν ειδωθεί, αναλυθεί, εκτιμηθεί, παρασταθεί,  θα εξακολουθεί να προβληματίζει  γιατί δηλώνει το «πέρα» από το ανθρώπινο μέτρο κι αυτό το στοιχείο όσο φοβίζει τόσο παρασύρει-«μαγεύει». Οι μαγικές της ιδιότητες αποδεικνύονται ενεργά ισχυρές ακόμα κι απέναντι στο χρόνο. Η βάρβαρη Μήδεια ταξιδεύει αθάνατη πάνω στο άρμα της και θα συνεχίσει ως το τέλος του ανθρώπινου πολιτισμού.





[1] Πρόγραμμα: Μήδεια (Ευριπίδη), Εθνικό Θέατρο, Κεντρική σκηνή, 1993, Αρχαίο Θέατρο Επιδαύρου, Εισαγωγικό σημείωμα του Γιώργου Χειμωνά στην μετάφραση της Μήδειας


[2] Πρόγραμμα: Μήδεια (Ευριπίδη), Εθνικό Θέατρο, Κεντρική σκηνή, 1993, Αρχαίο Θέατρο Επιδαύρου

Παρασκευή 11 Ιανουαρίου 2013

Τι να ευχηθούμε; Υγεία και θάρρος. Τι να περιμένουμε; Τίποτε που να μην το έχουμε επιδιώξει.
Κάθε μέρα να γίνει πράγματι μια νεα μέρα, κι αν μπορεί, διαφορετικά καλύτερη!